μίκης θεοδωράκης - μάνος λοΐζος

 

μίκης θεοδωράκης

προδομένος λαός, 1974

μουσική: μίκης θεοδωράκης

στίχοι: βαγγέλης γκούφας

 

1. κανόνια το βαρούνε

κανόνια το βαρούνε το ψωροκάλυβο
στεριάς και του πελάγου καλύβι μακρινό
 
εγιαμόλα εγια, εγιαλέσα εγια
κλείστηκε η καρδιά μου μέσα
καρδιά μου κάστρο άπαρτο
της λευτεριάς το φυλαχτό
 
στεριώσαμε τ’ αμπούνι εστήθηκε ο χορός
και του κρατάει κεφάλι ο παράτρανος
 
εγιαμόλα εγια, εγιαλέσα εγια
κλείστηκε η καρδιά μου μέσα
καρδιά μου κάστρο άπαρτο
της λευτεριάς το φυλαχτό
 
Τα κύματα πυρώνεις κόκκινε ουρανέ
στεριάς θαλασσομάχοι μεταλαυένουνε.
 
εγιαμόλα εγια, εγιαλέσα εγια
κλείστηκε η καρδιά μου μέσα
καρδιά μου κάστρο άπαρτο
της λευτεριάς το φυλαχτό
 

2. άντε μια

κάντε τα χέρια σίδερα και τις ψυχές ατσάλι
αητόπουλα μαύρα φτερά να μη σας πάρει ο ύπνος
ο νους βοριά να κάψει τ’ ανθοπέρβολα
με τη βαριά τσακίζει ο γύφτος κόκαλα
ο γύφτος μάτι δε σπαρά
 
άντε μια κι άλλη μια μια πνοή κι ανάσανε
σταυρωμένε μου ουρανέ τα καρφιά σκουριάσανε
άντε μια κι άλλη μια καπετάν απέθαντος
τη ζωής σου ο σταυραετός ντύνεται γαμπρός
 
βορριάς θερίζει το βουνό για να χαθούν τα χνάρια
να μη σε βρουν κοιμάμενο μόν’ να σε βρουν καβάλα
με το σπαθί να σκίζεις τ’ όνειρο στα δυο
ρέμα βαθύ περνάς και πας ανήφορο
δέσε με τους νεκρούς χορό
 
άντε μια κι άλλη μια μια πνοή κι ανάσανε
σταυρωμένε μου ουρανέ τα καρφιά σκουριάσανε
άντε μια κι άλλη μια καπετάν απέθαντος
τη ζωής σου ο σταυραετός ντύνεται γαμπρός
 
 πρωτοπανηγυριώτη μου ζώστα τα φισεκλίκια
εδώ είν’ η κόψη του γκρεμού και της ζωής το βάμμα
τα τύμπανα με την θοριά του καθαρή
κορφή κρεμά τη λευεντιά να πορφυρεί
αντίκρυ και μας καρτερεί
 
 
άντε μια κι άλλη μια μια πνοή κι ανάσανε
σταυρωμένε μου ουρανέ τα καρφιά σκουριάσανε
άντε μια κι άλλη μια καπετάν απέθαντος
τη ζωής σου ο σταυραετός ντύνεται γαμπρός

3. εδώ δεν προσκηνύσανε

εδώ δεν προσκυνήσανε, θολό νερό δεν ήπιαν,
μονάχα πίνουν αγιασμό, στη χούφτα του άγιου γιώργη,
δυόσμος στην άγρια των χειλιών
 
καβαλικεύουν τ’ άλογα, σημάδι βάνουν τ’ άστρα,
μπροστάρη βάνουν την καρδιά, ν' αναστενάξει ο κάμπος,
φλόγα που καίει τον ουρανό
 
πλεούμενα αρματώσανε, βαριά μέσω πελάγου,
εζέψανε τα κύματα, να στείλουνε το χάρο,
για τον χορό της λευτεριάς
 
δικό μας είναι τ’ όνειρο, δικό μας και το τάμα,
μ’ ιδρώτα κ’ αίμα ανθίζουνε, φωτιά το καταλιούνε,
άιντε και πάλι απ’ την αρχή
 

ο εχθρός λαός, 1975

μουσική: μίκης θεοδωράκης

στίχοι: ιάκωβος καμπανέλλης

 

1. αρνιέμαι

αρνιέμαι, αρνιέμαι, αρνιέμαι
οι άλλοι να βαστάνε τα σκοινιά
αρνιέμαι να με κάνουν ό,τι θένε
αρνιέμαι να πνιγώ στην καταχνιά
 
αρνιέμαι, αρνιέμαι, αρνιέμαι
να είσαι εσύ και να μην είμαι εγώ
που τη δική μου μοίρα διαφαντεύεις
με τη δική μου γη και το νερό
 
αρνιέμαι, αρνιέμαι, αρνιέμαι
να βλέπω πια το δρόμο μου κλειστό
αρνιέμαι να ‘χω σκέψη που σωπαίνει
να περιμένει μάταια τον καιρό
 

2. του χωρίσμου

μην παντρευτείς τη μοναξιά
μην πάρεις το σκοτάδι
τραγούδα πάλι κάθε βράδυ
και φέρνε με κοντά
 
βάλε σημάδι εσπερινό
τ' άστρο που μου 'χες δώσεις
το βλέμμα μου θα σ' ανταμώσει
ψηλά στον ουρανό
 
τρίκλωνη μόνη σιδεριά
δράκοι που φοβερίζουν
αυτά μονάχα μας χωρίζουν
ανάσα μου γλυκειά
 
όσα η αγάπη μας χωράει
καλή μου μην αρνιέσαι
την άνοιξη στον τοίχο δέσε
και κοίταζε μακρυά
 

3. ο εχθρός λαός

ήταν πατριώτη ένας λαός
ένας μεγάλος τοπικός εχθρός
 
θέλανε να 'χουν όλοι το σπιτάκι τους
καθημερινά το μεροκαματάκι τους
να ‘χουν ακόμα κι άμα θα κακογεράσουν
μια συνταξούλα για να μην πεινάσουν
 
νιώθεις πατριώτη τι εχθρός
ήταν ετούτος ο παλιολαός
 
θέλανε να μην περπατούν στα τέσσερα
να σκέφτονται και να μιλούν ελεύθερα
να κυβερνάει αυτός που θα ‘χουνε διαλέξει
κανένας πια να μην τους κοροϊδέψει
 
νιώθεις πατριώτη τι εχθρός
ήταν ετούτος ο παλιολαός
 
θέλαν το νόμο φίλο κι όχι φύλακα
να μη φοβούνται πια το χωροφύλακα
την περηφάνεια τους κανείς να μην πληγώνει
ούτε την πόρτα τους να ξεκλειδώνει
 
νιώθεις πατριώτη τι εχθρός
ήταν ετούτος ο παλιολαός
  
όνειρα χίλια μέσα στο κεφάλι τους
τ’ αποθηκεύανε στο προσκεφάλι τους
χρόνια καλύτερα ελπίζανε να δούνε
το σήμερα οι ληστές δεν εκτιμούνε
 
νιώθεις πατριώτη τι εχθρός
ήταν ετούτος ο παλιολαός
 

μάνος λοΐζος

τα τραγούδια του δρόμου, 1974

 

 1. τρίτος παγκόσμιος

ο πέτρος ο γιόχαν κι ο φρανς
σε φάμπρικα δούλευαν φτιάχνοντας τανκς
ο πέτρος ο γιόχαν κι ο φρανς
αχώριστοι γίνανε φτιάχνοντας τανκς
 
ο πέτρος ο γιόχαν κι ο φρανς
δουλεύαν στον μπράουν στον φίσερ στον κραφτ
Ο μπράουν ο φίσερ κι ο κραφτ
αχώριστοι γίνανε φτιάχνοντας τραστ
 
ο πέτρος ο γιόχαν κι ο φρανς
ανέμελοι δούλευαν πάντα στα τανκς
ποτέ τους δε διάβασαν μαρκς
ιδέα δεν είχαν για τραστ και για κραχ
 
ο μπράουν ο φίσερ κι ο κραφτ
χωρίσαν σε μπράουν σε φίσερ σε κραφτ
ο μπράουν ο φίσερ κι ο κραφτ
εχθροί τάχα γίναν διαλύσαν το τραστ
 
και πριν μάθουν τι είπε ο μαρκς
στρατιώτες τους πήραν στον πόλεμο πάν'
ο πέτρος ο γιόχαν κι ο φρανς
σαν ήρωες έπεσαν κάτω απ’ τα τανκς
 
ο μπράουν ο φίσερ κι ο κραφτ
σκεφτήκαν και βρήκαν πως φταίει ο μαρκς
ο μπράουν ο φίσερ κι ο κραφτ
ξανάσμειξαν πάλι και φτιάξανε τραστ
 
μουσική: μάνος λοίζος
στίχοι: γιάννης νεγρεπόντης
 

2. ο στρατιώτης

του 'παν θα βάλεις το χακί
θα μπεις στην πρώτη τη γραμμή
θα μπεις στην πρώτη τη γραμμή
και ήρωας θα γίνεις
 
εκείνος δε μιλάει πολύ
του 'ναι μεγάλη η στολή
του 'ναι μεγάλη η στολή
και βάσανο οι αρβύλες
 
το εμβατήριο που του 'μαθα να λέει
είναι μονότονο και ντρέπεται να κλαίει
είναι μονότονο και ντρέπεται να κλαίει
το εμβατήριο που του 'μαθα να λέει
 
τις νύχτες ξύπναγε νωρίς
δεν του 'γραφε ποτέ κανείς
δεν του 'γραφε ποτέ κανείς
και μίλαγε για λάθος
 
μια μέρα έγινε στουπί
πέταξε πέρα τη στολή
πέταξε πέρα τη στολή
και έκλαψε μονάχος
 
το εμβατήριο που του 'μαθα να λέει
είναι μονότονο και ντρέπεται να κλαίει
είναι μονότονο και ντρέπεται να κλαίει
το εμβατήριο που του 'μαθα να λέει
 
μουσική: μάνος λοΐζος
στίχοι: κωστούλα μητροπούλου
 
για μια μέρα ζωής, 1980
 

1. το σήριαλ

έπαιζες το θύμα κι ήταν ένοχοι πολλοί
σ' αυτό το σήριαλ παίζαμε όλοι
και ξαφνικά μια νύχτα στην πιο κρίσιμη σκηνή
φεύγεις κρυφά απ' την οθόνη
 
καλωσήρθες μαργαρίτα με τα κόκκινα μαλλιά
καλωσήρθες μαργαρίτα μες στην πόλη
σε θυμάμαι που κρατούσες κάτι σχέδια παιδικά
τώρα κρύβεις μες στην τσέπη το πιστόλι
 
φώτα αστυνομία ποιος θα βρει το ιχ
ποιος το φονιά και ποιος το θύμα
ο κόσμος θέλει βία περιμένει τη σκηνή
κάνε λοιπόν το πρώτο βήμα
 
μουσική - στίχοι: μάνος λοΐζος
 

2. ντύθηκες μακρυγιάννης τις αποκριές

ντύθηκες μακρυγιάννης τις αποκριές
κι άρχισες να μιλάς για ελευθερία
σ' εμάς που ακόμα δεν εκλείσαν οι πληγές
και τρέχουν μια πηχτή θανάσιμη ιστορία
 
ήρωά μου αίνιγμά μου
και στα τρόλλεϋ γείτονά μου
ανθρωπάκο καθημερινέ
 
σ' έχω συνεταίρο
για τα περεταίρω
ένοχε μαζί κι αθώε μου εαυτέ
 
έλεγες ήρθα να σας λύσω τα δεσμά
και μες στη φλόγα είσαι δυο αιώνες
καφέ να πίνεις και ηλίθι να κερνάς
ποιος θ' ανταμείψει πια τους τόσους μας αγώνες
 
ήρωά μου αίνιγμά μου
και στα τρόλλεϋ γείτονά μου
ανθρωπάκο καθημερινέ
 
σ' έχω συνεταίρο
για τα περεταίρω
ένοχε μαζί κι αθώε μου εαυτέ
 
λέοντας χαμελέοντας και οδηγητής
κι όλοι ντυμένοι πάντα κάποιον άλλον
εγώ εσείς κι αυτή στο τέλος της γιορτής
θα μοιραστούμε της αλήθειας το ρεγάλο
 
ήρωά μου αίνιγμά μου
και στα τρόλλεϋ γείτονά μου
ανθρωπάκο καθημερινέ
 
σ' έχω συνεταίρο
για τα περεταίρω
ένοχε μαζί κι αθώε μου εαυτέ
 
μουσική: μάνος λοΐζος
στίχοι: μανώλης ρασούλης
 

3. κι αν είμαι ροκ

κι αν είμαι ροκ μη με φοβάσαι
έγινα κι όλας τριάντα χρονώ
νύχτες αγρύπνιας να με θυμάσαι
αναφανήλ και τριπτιζόλ
 
μη με φοβάσαι, μη με φοβάσαι
νύχτες αγρύπνιας να με θυμάσαι
μη με φοβάσαι, μη με φοβάσαι
κι αν είμαι ροκ να με θυμάσαι
 
μαύρο πουλί τσακισμένο σε τοίχους
εγώ είμαι εσύ κι αν είμαι ροκ
τρέμω τους ξένους φοβάμαι τους φίλους
καράβια δεμένα σ' έρημα τοκ
 
κι αν είμαι ροκ
 
που λέτε φίλοι εγώ το βρίσκω
να 'ναι πολύ πολιτικό
να 'μαι πουλί μαύρο σε τοίχους
κι όχι καράβι σ' έρημη οδό
 
μη με φοβάσαι, μη με φοβάσαι
νύχτες αγρύπνιας να με θυμάσαι
μη με φοβάσαι, μη με φοβάσαι
κι αν είμαι ροκ να με θυμάσαι
 
κι αν με ρημάξανε χίλια νηστέρια
μ' ένα φτερό τρελλό μοναδικό
στου βίκτωρ χάρα πετάω τ' αστέρια
μες στ' αεράκι το εξωτικό
 
κι αν είμαι ροκ
 
που λέτε φίλοι εγώ το βρίσκω
να 'ναι πολύ πολιτικό
να 'μαι πουλί μαύρο σε τοίχους
κι όχι καράβι σ' έρημη οδό
 
που λέτε φίλοι
 
κι αν είμαι ροκ
να 'μαι ροκ
 
που λέτε φίλοι εγώ το βρίσκω
να 'ναι πολύ πολιτικό
να 'μαι πουλί μαύρο σε τοίχους
κι όχι καράβι σ' έρημη οδό
 
κι αν είμαι ροκ
να 'μαι ροκ
που λέτε φίλοι
να να να να να...
 
μουσική: μάνος λοΐζος
στίχοι: δώρα σιτζάνη
 

4. γερνάς και σκοτεινιάζει

ήταν ατέλειωτη η μέρα
κι ως νύχτωνε σε μια γωνιά
μ' ένα τσιγάρο του πατέρα
τους άντρες παίζανε κρυφά
 
τώρα η μέρα σε τρομάζει
γύρω αποτσίγαρα σωρρός
και πια δεν είναι γυρισμός
γερνάς και σκοτεινιάζει
 
γέλια παιδιών έξω απ' το σπίτι
πέτρες στην τσέπη της ποδιάς
μα έφτανε ένα νεκρό σπουργίτι
για να σε κάνει να πονάς
 
τώρα η μέρα σε τρομάζει
γύρω αποτσίγαρα σωρρός
και πια δεν είναι γυρισμός
γερνάς και σκοτεινιάζει
 
μουσική: μάνος λοΐζος
στίχοι: τάσος λειβαδίτης
 
κάτω από ένα κουνουπίδι, 1995
 

1. μια απλή αλήθεια

τίπι τίπι το σπουργίτι
πως τσιμπά τ' αραποσίτι, τίπι τα
έι κάποιος φωνή του βάζει
το καημένο πως τρομάζει, τίπι τα
 
τίκι τακ πως χτυπάει
η καρδούλα του γοργά
πω πω πω τι φωνάρα
πω πω πω τι τρομάρα, τίπι τα
 
πέτα πέτα το σπουργίτι
βρέθηκε μέσα στ' αμπέλι, τίπι τα
φρστ κάποια πετρία περνάει
κι η καρδιά του σταματάει, τίπι τα
 
τίκι τακ πως χτυπάει
η καρδούλα του γοργά
όρκο παίρνει να μη φάει
κι ας περνά όπως περνάει, τίπι τα
 
κουρασμένο το σπουργίτι
πάει σε μια σιταποθήκη, τίπι τα
έι κάποια φωνή του λέει
φάε τρώε όσο θέλεις, τίπι τα
 
τίπι τα τι καλά
το σπουργίτι πως τσιμπά
τρώει ίσα να χορταίνει
και το δρόμο ξαναπαίρνει, τίπι τα
 
μουσική: μάνος λοΐζος
στίχοι: γιάννης νεγρεπόντης
 
 

μίκης θεοδωράκης - μάνος λοΐζος

προδομένος λαός - τα τραγούδια του δρόμου

ο εχθρός λαός - για μια μέρα ζωής

κάτω από ένα κουνουπίδι

βασίλης παπακωνσταντίνου

1974 - 1975 - 1980 - 1995

 

Πίσω